fairyland of nimbus

Πώς πάνε για την πόλη του πουθενά?

Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006

Ήρθαν μέρες καλές...

μέσα σε μια καταχνιά, που κυβερνά το μυαλό , την ζωή ολάκερη, τον τελευταίο καιρό...Το τοπίο, αρχίζει να ξεδιαλύνεται...Υπάρχουν φορές, που δεν σώζεται τίποτα...Γαμιέται το σύμπαν ολόκληρο...Θες να πιστέψεις σε κάτι...Μα δεν σε αφήνουν να αγιάσεις...Ευδαιμονεί η αθλιότητα, μιας τεράστιας οικουμένης...Από το πουθενά, κάποιες καταστάσεις θαρρείς πώς ταρακουνάνε την σκέψη σου, τα θέλω σου...ωσότου σαν βόμβα σκάει η πραγματικότητα και τότε ξαφνιάζεις και ξαφνιάζεσαι...Ένα μήνα τώρα, βρίσκομαι στο υποτιθέμενο χωριό μου...Πριν μια εβδομάδα, βρήκα και δουλειά...Χρόνια τώρα, ήθελα να κάτσω μόνιμα...το πάλευα στο μυαλό μου...Τα πρωινά, ξυπνάω και χαίρομαι μικρές στιγμές, που άλλωτε είχα εγκαταλείψει...Το κοίταγμα των δέντρων, το άκουσμα των πτηνών που σκορπούν ανύποπτες μελωδίες...Σημαντικότητα που την είχα αφανήσει μέσα μου στην τεράστια μεγαλούπολη, εν ονόματη Αθήνα...Ένας μήνας πέρασε...Οι σκέψεις καταγράφονται κι η σιωπή, εγίνηκε οπαδός μου...φίλη μου. Γλυκιά συντροφιά που καλπάζει αβίαστα για να ανταμώσει και να ανταμωθεί...Οι παρέες δεν παραλείπουν...μα δεν είναι το ίδιο...με τις παρέες μου στην Αθήνα. Κι η Αθήνα μου λείπει...Τα μαλλιά μου πια, δεν βρωμάνε καυσαέριο...κι όμως μου λείπει η κίνηση, για να βρίσκω αφορμή να γκρινιάζω...Σε λίγες μέρες, θα παρθεί η απόφαση για το που θα εγκατασταθώ μόνιμα...Δύσκολα όλα...οι αποφάσεις, οι ζωές, οι αλήθειες και τα ψέματα...κάποιος σήμερα μου είπε οτι δεν ήμουν απόλυτα ειλικρηνείς...Και συμφώνησα. Πώς να είμαι με τους άλλους ειλικρηνείς, εφόσων αδυνατώ να είμαι με τον εαυτό μου? Φόβος...Ναι σωστά...Φοβάμαι τον εαυτό μου, πιό πολύ από τους ανθρώπους...Το μυαλό, ενίοτε παίζει περίεργα παιχνίδια...άλλωτε τα δέχεται κανείς κι άλλωτε τα πολεμά...Πώς να εξουδετερωθούν οι μικρές αδυναμίες, ενός άδηλου πλανήτη? Ένας πλανήτης η ψυχή...Ταξιδεύει σε γαλαξίες, σε βυθούς...συναντά γαλάζιους αβλέμονες κι αναπαραστά αυτά που δεν μπορεί να αντέξει, να αγγίξει, να νικήσει ή και να χάσει...Χαμένα όλα! Ατόφια μυστικά, που χάνονται ολοένα...Τα αναζητάς κι αυτά γίνονται μικρές, αχνιστές ηλιαχτίδες και σε βομβαρδίζουν ολούθε...Ήρθαν μέρες καλές, μα φεύγουν πριν τις ανταμώσω...Σε πιό ταξίδι θα τις βρώ ξανα άραγε?Ένα ταξίδι η σκέψη...Πάει, έρχεται για να ξανα φύγει...Ένα κενό αστείο, που γίνεται ορατό στην διάχυτη αμηχανία της στιγμής...Ο δυνατός, τα παίρνει όλα...Ο αδύναμος, μετράει τα χαμένα του όνειρα...Και ποιός είναι τι?Όλα στο μυαλό είναι, λέω συχνά στον εαυτό μου, για να μην χαθώ. Να μην χάσω το μονοπάτι που νομίζω οτι βρήκα...Τι αλλαζονία θεέ μου...Βρίσκω κάτι στο διάβα μου και το χάνω για να το ξανα βρώ...Λάθος προτεραιότητες που διαπερνούν το δίκαιο και σεργιανούν το άδικο...Άντε τώρα να βρώ την άκρη της κλωστής...Μια κλωστούλα η στιγμή, που υψώνει και υψώνεται στις υποσχέσεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ. Καλή Αντάμωση μάγκες...μην χάνεστε για να μην χαθήτε...άντε τώρα να βρώ τον δρόμο το οποίο ήρθα...Να ρωτήσω κάποιον περαστικό, ή να εμπιστευτώ το ένστικτό μου? Ποιό θα υπερισχύσει?

μια μικρή Θεοδώρα

Σάββατο, Ιουνίου 17, 2006

Περασμένα μεσάνυχτα....

είπια πολλά κιλά αϋπνίας και τα όνειρα απόψε βάρυναν πολύ...
Βγήκα στην βεράντα. Ένα μισοφαγωμένο φεγγάρι, με κοίταξε κατάματα κι ομολογώ πώς τρόμαξα...με τρόμαξε η αβέβαιη φορεσιά του...Πριν προλλάβουν οι σκέψεις να με τουφεκίσουν, τις φύσηξε ένα γλυκό αεράκι. Τις σκόρπισε...τις πήρε μακρυά...μάταια...που να τις βρώ τώρα πιά?
Καταπιάνομαι από γκρεμισμένα όνειρα...Γίνομαι μικρός πυρσός για να κάνω ακόμα ένα βήμα...Δίχως άλλο, σκόνταψα...Σκοντάφτω...δεν μπορώ να πετάξω πιο πέρα...Κάποιος ψαλίδησε τα φτερά μου...κι αυτά, αργούν να επουλώσουν τα θέλω...Τι θέλω τώρα πιά?
Πεταμένα θέλω σε ξεθωριασμένες αντιξοότητες...
Βγήκα πάλι στην βεράντα...
Η ακρόπολη, θαρρώ πώς απομακρύνθηκε ακόμα λίγο... Σάμπως ήταν ποτέ κοντά?
Κάνει κρύο...
Κλαίνε τα μάτια μου...
Τα χείλει μου γελούν...
Αχ να'χα την ιταλική μου ηρωίδα, τώρα δα, θα όργωνα τους δρόμους για να μην σκέφτομαι...Σκέφτομαι και γράφω...πάω χιλιόμετρα πιό πίσω να δώ...Βλέπω...Τι είδα?
Αχ πόσα ακόμα θέλω να δώ...Τίποτα δεν είδα... Μακρύς ο δρόμος...Οι έγνοιες πολλές...Την Δευτέρα, θα είναι έτοιμη. Σκούπισα τα μάτια μου...Μονολογώ απόψε...Απόθεμα...Κι έχω πολλά ακόμα να πώ...Προσπαθώ να χωράω στα θέλω των άλλων...ποιός? Φυσικά εγώ το αντιδραστικό πλάσμα, με τον λιονταρίσιο εγωισμό! Μα δεν χωράω...Τους τρομάζω...Θελημένα ή αθέλητα, είμαι έτσι...μου αρέσει αυτό που είμαι...Αν τους αρέσω? Ναι σίγουρα...γιατί είμαι το παιδί τους, η αδερφή τους, η ανηψιά τους...Είμαι πάντα εκεί όταν με χρειάζονται...Όταν χρειάζομαι εντούτοις εγώ τον εαυτό μου, χρόνο για μένα, τα δεδομένα αλλάζουν...Μουρμούρα, έλεγχος, ανασφάλεια...Ποιές ανασφάλειες να καλύψω? Των άλλων, ή τις δικές μου? Κάηκαν κοι οι ασφάλειες και το ξημέρωμα πήρε τα βουνά της μοναξιάς. Το μισοφαγωμένο φεγγάρι ακόμα εκεί είναι...Σε ένα τελειωμένο τώρα, δίχως τι...?
Τελείωσαν τα χαμόγελα της σιωπής...
Κι οι σκέψεις φουρκίζουν το νου...
Κι εσύ, απομακρύνεσαι όλο πιό πολύ...
Κι εγώ το επιτρέπω...
Τι να πώ?
Τι να πρωτο πώ?
Έχω πολλά ακόμα να πώ...
Άσε...άλλη φορά...Τώρα δα, νύσταξα...
Κι αυτό το φεγγάρι, δεν λέει να φύγει...στέκεται αγέρωχο...σαν να μιλά με τα όνειρα των τολμηρών...Και πότε θα πώ, άραγε?
Δεν ξέρω...
Θα'θελα όμως να ξέρω...
Ανασφάλεια είναι αυτή και σιγοκαίει τα σωθικά...
Κι όταν με το καλό ξημερώσει, θα πιώ καφέ και θα σου πώ πάλι... μην μου ψαλιδίζεις τα φτερά...Δεν μπορώ να είμαι, παρα μόνο ο εαυτός μου...Δεν είναι υπέροχο?

καλό ξημέρωμα...

nimbus

Πέμπτη, Ιουνίου 08, 2006

Μέσα στις θύμησες,

κρύφτηκαν ξεχασμένα χρώματα, μουσικές, αντικείμενα που θυμίζουν κάποια ανύποπτη παιδικότητα, ίσως την εφηβεία μου...Σκονισμένος χρόνος, που δαμάζει ένα απύθμενο τώρα κι αυτές οι ατέλειες, μοιάζουν ανθρώπινες να'ναι...
Οι λησμονημένες μου κασέτες, που σχεδόν παντού με ακολουθούσαν, γινήκανε πάλι το άλοθι μιας νεανικής αφηριμάδας που την είχα αφήσει για λίγο, σε ένα λευκό κοχλάδι...
Γέλιο, χαρά, λύπη, νοσταλγία, λαχτάρα...συναισθήματα που ήταν καλά κρυμένα μέσα σε μουσικές, που είχαν γίνει συνένοχες στα μικρά μου μυστικά...
Η μελωδία, ήταν ο σταθμός αυτός που με γυροέφερνε ολούθε...
Πήρα μια κασέτα θυμάμαι, την έβαψα με τα σκούρα χρώματα του νού μου και την ονόμασα μελωδία...εκεί μέσα καραδωκούσαν αγαπημένοι τραγουδοποιοί...γινόντουσαν η μικρή αιτία για να φτιάχνω την εφηβική μου διάθεση..."Εδώ στη ρωγμή του χρόνου, Κρύβομαι για να γλιτώσω, απ' του Ηρώδη το μαχαίρι..." μουρμουρά ο διαχρονικός Παπάζογλου...και σαν να μην έφτανε αυτό, πιό κάτω ξετυλίγει την εκφραστική ψυχή του ο Ορφέας, "Από τα βάθη της ψυχής κι από του νου τα ύψη, από τον βυθό της θάλασσας ως τις βουνοκορφές, ψάχνω να σε βρώ..." πάντα έψαχνα να βρώ, τις αλήθειες μου, που'ταν σκορπισμένες στα πέρατα των ματιών μου...Στην κασέτα αυτή ακολουθεί ο Β.Λέκας, η Μελίνα Κανά, η Τσανακλίδου, ο Τσακνής: "Υπάρχει ψηλά εν' αστέρι, το πιο λαμπερό τ' ουρανού, Μαζί του μιλάω και παίζω, αν θέλω τα βράδια..."
Ζω σε κόσμο μυστικό, ονόμασα μια άλλη κασέτα και αφηνόμουν στα χίλια μύρια κύματα που με ξέβγαζαν κάθε τόσο στην πύλη της άμμου: "Θεσσαλονίκη-Αθήνα, μέσα στο ντεσεβό, Ο κόσμος ο δικός μου μέσα στο θόρυβο. Στην άσφαλτο λακκούβες, τρύπες στον ουρανό, και πώς να συμβιβάσω το νου με τον καιρό..." ένας ατελείωτος Λουδοβίκος, εκείνος μωρέ, των Ανωγείων. Πήγα και τον άκουσα αργότερα στο Αερικό στου Ψυρρή, θυμάμαι...
"Κόκκιν' αχείλει εφίλησα
Κι έβαψε το δικό μου
και στο μαντήλι το 'συρα
Κι έβαψε το μαντήλι
και στο ποτάμι το 'πλυνα..."
Κάποιο βράδυ Σαββάτου, στεκόταν να κρυφομιλά με μεθυσμένους έρωτες, ενώ η Αρβανιτάκη, έκοβε βόλτες με την νερένια της φωνή και ξεδιψούσε τα καλοκαίρια και τους χειμώνες...: "Δεν τραγουδώ παρα γιατί μ'αγάπησες..." μελοποιημένο ποίημα της Πολυδούρη...Και πόσοι εντέλει, δεν αγαπήθηκαν ποτέ? Αχ όχι, δεν θέλω να ξέρω...
Η Βιτάλη, πάντα ξεδιψούσε αγγέλους..
"Έλα λίγο, μόνο για λίγο, ζω και ξαναζώ κάθε μας στιγμή
σε χώρο μυστικό, καρδιά μου σ' ανταμώνω..."

H επόμενη, την αποκάλεσα "Γαλάζια Μυστικά" , για να ταιριάζει με τα μαβιά μου μάτια...
"Που ήσουν φώς μου, που ήσουνα τόσα χρόνια, την μοναξιά αγάπησα..." Ναι σωστά...κι εγώ την αγάπησα την μοναξιά! Αλλά αυτή η δόλια, με αγάπησε πιό πολύ και υιοθέτησε όλες μου τις ανησυχίες...
"Στείλε ένα γράμμα μια συλλαβή
αν έχεις τον θεό σου
πού κρέμομαι απ’ τα χείλη σου
κι είμαι στο έλεος σου..."

Στο έλεος στίχων βρισκόμουν πάντα να αφουγκράζομαι στιγμές...
"Αν ήσουν άγγελος της γης
Αν ήσουν άστρο της αυγής μαργαριτάρι
Ως στους γαλάζιους τους βυθούς
Και στους ουράνιους θησαυρούς ξανθό φεγγάρι..." Βασίλης Καζούλης

Κι ύστερα...τι έμεινε ύστερα?
Η μοναξιά της σιωπής, κρύβει σκόρπιες φωνές..."Hotel California", "don't you forget about me..", "my lady d'arbanville", "no woman-no cry",
"Φοβάμαι μην ακούς τι λέω...
Σβήνω τ' όνομα σου και σβήνω
τη ψυχή μου αφήνω
σε φιλιά που καίνε
Κοίτα πόσο έχω αλλάξει
σα Θεός έχω στάξει
Κυριακή ο χρόνος..."

Πόσο μπορεί να αλλάξει κανείς?
"Today I feel like pleasing you more than before
Today I know what I want to do but I don't know what for
To be living for you is all I want to doTo be loving you it'll all be there when my dreams come trueToday you'll make me say that I somehow have changed..." Jefferson Airplane.
Dark poetry (a deal with god) O Λόρκα αγναντεύει ακόμα λίγο και η Kate Bush, σιγομουρμουρά,
It doesn't hurt me.
Do you want to feel how it feels?
Do you want to know that it doesn't hurt me?
Do you want to hear about the deal that I'm making?
You, it's you and me.

"Xρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο τρόπο να κοιτάνε.."
"Girl, you'll be a woman soon,Please, come take my hand
Girl, you'll be a woman soon,Soon, you'll need a man..." from pulp fiction. Μου το σιγοτραγουδούσαν οι φίλοι μου σε μια ατέλειωτη εφηβεία κι εγώ χαμογελούσα νοερά...
"You don't own me, Don't try to change me in any way. You don't own me, Don't tie me down 'cause I'd never stay. .." dirty dancing Ερχόμενη από σπουδές, συνέχισα τον χορό εκείνο, που γινόταν ατόφιος μέσα μου και συντρόφευε την πιό γλυκιά μελαγχολία...
Τον Γέρο Μαθιό, τον πρωτοσυνάντησα στο limbo...
Μιλήσαμε για τις rock διαδρομές, μέσω της σιωπής και τα ταξίδια γινήκανε μπλέ αποστάσεις, ενός καημού...
" Είναι καιρός που φέρνει τον ένα στον άλλο κοντά
Είναι καιρός που χωρίζουν οι σκέψεις και μένουμε μόνοι
Πόσο ανάγκη έχω τώρα από ένα δικό σου φιλί
Πόσο μου λείπει η ζεστή σου ανάσα που χείλη θεριεύει...

Ήλιε μου, ήλιε μου..."Poll

"she is not there"

ZoMbiEs
Well, no one told me about her
The way she liedWell, no one told me about her
How many people cried

But it's too late to say you're sorry
How would I know, why should I care?
Please don't bother trying to find her
She's not there

Well, let me tell you 'bout the way she looked
The way she acts and the color of her hair
Her voice was soft and cool, her eyes were clear and bright
But she's not there

Well, no one told me about her
What could I do?
Well, no one told me about her
Though they all knew

But it's too late to say you're sorry
How would I know, why should I care?
Please don't bother trying to find her
She's not there

Well, let me tell you about the way she looked
The way she acts and the color of her hair
Her voice was soft and cool, her eyes were clear and bright
But she's not there

SOLO

But it's too late to say you're sorry
How would I know, why should I care?
Please don't bother trying to find her
She's not there

Well, let me tell you about the way she looked
The way she acts and the color of her hair
Her voice was soft and cool, her eyes were clear and bright
But she's not there

Πέμπτη, Ιουνίου 01, 2006

Down Under



Μen At Work
Traveling in a fried-out combie
On a hippie trail, head full of zombie
I met a strange lady, she made me nervous
She took me in and gave me breakfast
And she said,
"Do you come from a land down under?
Where women glow and men plunder?
Can't you hear, can't you hear the thunder?
You better run, you better take cover."
Buying bread from a man in Brussels
He was six foot four and full of muscles
I said, "Do you speak-a my language?"
He just smiled and gave me a vegemite sandwich
And he said,
"I come from a land down under
Where beer does flow and men chunder
Can't you hear, can't you hear the thunder?
You better run, you better take cover."
Lying in a den in Bombay
With a slack jaw, and not much to say
I said to the man, "Are you trying to tempt me
Because I come from the land of plenty?"
And he said,
"Oh! Do you come from a land down under? (oh yeah yeah)
Where women glow and men plunder?
Can't you hear, can't you hear the thunder?
You better run, you better take cover."

Do You Really Want To Hurt Me?



Culture Club
Do You Really Want To Hurt MeGive me timeTo realise my crimeLet me love and stealI have danced inside your eyesHow can I be real
Do you really want to hurt meDo you really want to make me cryPrecious kissesWords that burn meLovers never ask you whyIn my heartThe fires burningChoose my colourFind a starPrecious people always tell meThat's a stepA step too far
Do you really want to hurt meDo you really want to make me cryDo you really want to hurt meDo you really want to make me cry
Words are fewI have spokenI could waste a thousand yearsWrapped in sorrowWords are tokenCome inside/and catch my tearsYou've been talkingBut believe me
If it's trueYou do not knowThis boy loves without a reasonI'm preparedTo let you go
If it's love you want from meThen take it awayEverything is not what you seeIt's over again
Do you really want to hurt meDo you really want to make me cryDo you really want to hurt meDo you really want to make me cry

Tainted Love


Soft Cell
Sometimes I feel I've got toRun away I've got toGet awayFrom the pain that you drive into the heart of meThe love we shareSeems to go nowhereAnd I've lost my lightFor I toss and turn I can't sleep at night
Once I ran to you (I ran)Now I'll run from youThis tainted love you've givenI give you all a boy could give youTake my tears and that's not nearly allOh...tainted loveTainted love
Now I know I've got toRun away I've got toGet awayYou don't really want any more from meTo make things rightYou need someone to hold you tightAnd you think love is to prayBut I'm sorry I don't pray that way
Once I ran to you (I ran)Now I'll run from youThis tainted love you've givenI give you all a boy could give youTake my tears and that's not nearly allOh...tainted loveTainted love
Don't touch me pleaseI cannot stand the way you teaseI love you though you hurt me soNow I'm going to pack my things and goTainted love, tainted love (x2)Touch me baby, tainted love (x2)Tainted love (x3)


Τρίτη, Μαΐου 30, 2006

Δροσοσταλίδα


Ο ήλιος, σέρνεται στα χρώματα του Αυγούστου.
Και η καρυδιά έξω, φιλοξενεί στα κλαδιά της κάποιο μικρό όνειρο. Είναι τόσο δα μικρό και κανείς δεν μπορεί να το διακρίνει. Παρά μόνο οι δροσοσταλίδες του ξημερώματος, που κυλούν στα πράσινα φύλλα της καρυδιάς. Μονάχα αυτές οι μικρές δροσοσταλίδες, κοιτούν το μικρό όνειρο σαν γέρνει να κοιμηθεί. Και σαν ταξίδευα σε ύπνο βαρύ εψές αργά, ήρθε μια δροσοσταλίδα και κύλισε στα μάτια μου. Δρόσισε τα όνειρά μου. Τους χάρισε φτερά να σεργιανίσουν μαζί με τους αγγέλους. Ένας από αυτούς τους αγγέλους, του ονείρου μου, ήταν κι η μικρή νερένια, που έρχεται κατα καιρούς, σαν γλυκός άνεμος. Αυτή την φορά, ένα λευκό φόρεμα κεντούσε το αγαλματένιο της κορμί, καλή μου. Το αγκάλιαζε τόσο τρυφερά.
Και το χαμόγελό της, η απεραντοσύνη της ευτυχίας, που είχε σκαρφαλώσει στα κερασιά της χείλει κι άλλωτε τσαλαβουτούσε, στις λίμνες των ματιών της. Σαν χόρευε νοερά μαζί με τους αγγέλους, ξάφνου, βρέθηκε σε ένα σύννεφο. Του έγνεψε να με πλησιάσει.'έλα!' μου είπε η μικρή νερένια.. 'Θα βρείς απαντήσεις ανήπωτες, να δρασκελούν στην άβυσσο του νού σου και να σε κοιτούν. Έλα! Ο χορός θα σε οδηγήσει. Απλά ακολούθησέ τον.' Χωρίς να το σκεφτώ, βρέθηκα στο φόντο του ύπνου, να σκορπάω τις ανύπαρκτες φτερούγες μου. Τα μάτια μου, ήταν κλειστά. Και τα δάκρυα, φωτιά που δαμάζουν τις κραυγές, που δραπετεύουν κρυφά, μέσα από τα δάκρυα.Είδα έπειτα την λύτρωση. Την ένιωσα να σύρεται μέσα μου και να μου χαμογελά.Με κοίταξε με τα μαβιά της μάτια και είπε σιγανά...'να με ψάχνεις. Κι εγώ θα σου δείχνω το μονοπάτι, που λέγεται ένστικτο και σε καθοδηγεί. Μόνο αυτό να ακούς...'Κι έφυγε η μικρή Νεφέλη, όπως κάθε φορά. Η δροσοσταλίδα, κοιμήθηκε στα μάτια μου. Και τα μάτια μου, γέμησαν δάκρυα. Τα δάκρυα εγίνηκαν χαρά τούτο το ξημέρωμα. Κι οι ουρανοί, χόρευαν με τα αστέρια. Θεέ μου, τι όμορφα που'ναι τα αστέρια! Θαρρώ πώς διαθέτουν την σοφία όλου του κόσμου. Η σοφία αυτή, κυλάει από τα βλέφαρα της Νεφέλης και με πλημμηρίζει η αγάπη του Θεού.'Που να βρίσκεται άραγε ο Θεός?' ρώτησα την μικρή πρίν φύγει. Και μ'απάντησε: 'Βρίσκεται μέσα σε μια δροσοσταλίδα. Κι η δροσοσταλίδα, στις άκρες των ματιών σου. Κι όταν κυλά ανύποπτα, χύνεται στο χώμα και ποτίζει τις σκέψεις.Οι σκέψεις, βλέψεις που σκορπούν στον ουρανό. Μαζί με τα όνειρα..'

nimbus

Δευτέρα, Μαΐου 29, 2006

οι σιωπές, είναι τροφές...


Οι σιωπές, είναι τροφές,
που διαφωτίζουν το πνεύμα.
Χλωμές φωτιές, που σαλεύουν τους ύποπτους κόσμους του νού.
Μία από αυτές τις σιωπές, στέκεται τ'απογεύματα σιμά μου, να μου μιλά για τα πιό όμορφα πράγματα. Κι εγώ, γοητευμένη πια, τα βράδια σαν πέφτω να κοιμηθώ, χαμογελώ συνωμοτικά. Τι καλά όταν μου κρυφομιλούν οι σιωπές.
Μου εξιστορούν μύθους και πραγματικότητες.
Μου μιλούν για τις στιγμές.
Μου περιγράφουν τις μουσικές. Κάθε λέξη τους, έχει κάτι να μου πεί.
Κι αυτό το κάτι, χαράζει μέσα μου έναν κόσμο μαγικό.
Αυτόν ίσως, που αποτελεί την συνομιλία μας.
Χτίζει την σχέση αυτή και την χαρίζει στους άθεους. Στους άχαρους. Ποιός κατορθώνει να μην διαβάσει τούτες τις λέξεις? Τις σκέψεις?
Οι περισσότεροι ίσως... Ένα ολάκερο αχανές, ανθρώπινο πλήθος που φοβάται.
Φόβος που ριζώνει δηλά. Δεν είναι ο φόβος. Είναι ο τρόμος στο αντίκρισμα κάποιου ακούσματος, που σμιλεύει τον πόνο και καταπραϋνει τον χρόνο.
Ο χρόνος κι ο πόνος, συναντιούνται. Γεφυρώνει το χάσμα τους, η σιωπή καλή μου.
Σιωπή που μιλάει σε εμάς τους ανίδεους.
Μας διδάσκει με χρώματα.
Μάς πλησιάζει με χάδια τρυφερά.
Η σιωπή μάς γνέφει. Κι όταν την ακολουθούμε, αγγίζουμε κάποια ακλόνητη ελευθερία.
Οι σιωπές, παιδιά γνωστικά στην άκρη των χειλιών μας. Κι όταν κοιτούμε την ανύποπτη ευτυχία να διατρέχει βιαστικά, από την εκκωφαντική ηδονή κάποιων κρίνων, φεύγουμε μακάριοι, από την γη των επιούσιων.
Κι αφηνόμαστε ανέγνοιαστα, στην λευκότητα ανύπαρκτων ψευδαισθήσεων.
Καλή μου, Αν η οντότητά μου διαφεντεύει την προσωρινή μου ευημερία, τότε θα σκορπιστώ σιγανά στους ουράνιους βυθούς. Απόσπασμα ενός αερικού θα γινώ, για να σε υπαντήσω.
Σαν κρύβεσαι στην σιωπή, οι θύμησες βουλιάζουν στην ακροθαλασσιά μιας μικρής μελαγχολίας. Τα παραμύθια σου, χορεύουν νοερά, κάθε που φουρτουνιάζεις το ρουθούνιασμα των σκέψεών μου. Θαρρώ πώς γυρεύεις πίσω τις στιγμές μας, για να μην ξεχαστούν. Μα πώς μπορεί να ξεχαστεί η αγάπη?
Να αποσιωπήσω τις στιγμές μας παίρνοντάς τες μαζί μου, ή να τις διδάξω στους τυφλούς?
Οι τυφλοί, γνωρίζουν περισσότερο από εμένα.
Συγκεντρώνουν την θέλησή τους σε όλες τις σιωπές τους.
Οι υπόλοιποι, μοιάζουν με ραβδάκια ενός πρόδηλου πλανήτη.
Ένα από αυτά, είναι η κραυγή μου.
στην γιαγιά μου..
2001



Περί Ηθικής...


πάντα πίστευα, ότι το πνεύμα, δεν μπορεί να μπεί σε καλούπι...δεν εγκλωβίζεται. Είναι ελεύθερο να κίτεται στις σκόρπιες εκτάσεις μιας αμφίρροπης πραγματικότητας...Εκεί κάπου,το πνεύμα, έρχεται αντιμέτωπο με την ηθική. Συναντά την ηθική στους άσημους ατραπούς και ίσταται στην κατεξοχήν χώρα της συνείδησης, να βολοδέρνει με γνώμονα τα προσωπικά βιώματα του καθενός.
Τι είναι η ηθική τελικά?Κατά καιρούς μαθαίναμε, ότι σύμφωνα με τα ήθη κι έθιμα, ηθική είναι οι κανόνες συμπεριφοράς.Ο καθωσπρεπισμός που διαμορφώνει τον χαρακτήρα για να μπορεί να επιβιώνει και να είναι αποδεκτός, στην υποτιθέμενη κοινωνία που δημιούργησε ο άνθρωπος.Επομένως για να μπορέσει να βρεί ο άνθρωπος την ηθική μέσα του, θα πρέπει να απελευθερωθεί από τους ηθικούς κακόνες της κοινωνίας. Η πραγματική ηθική που αισθανόμαστε, είναι η φωνή της συνείδησης. Αυτή η ηθική, δεν έχει σχέση με δόγματα και δεν αποτελεί την κοινή γνώμη.Βέβαια, υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν συνείδηση. Επομένως ούτε ηθική, εφόσων ισοπεδώνουν σχεδόν τα πάντα. Τότε για πιά ηθική μιλάμε?Για αυτούς που την έχουν?Για αυτούς που κάνουν ότι την έχουν?ή μήπως για αυτούς που δεν την έχουν και το ξέρουν μέσα τους κρυφά και τους βολεύει υποσυνείδητα να συνεχίσουν έτσι, από την στιγμή που τρέφουν τις αρρωστημένες τους φιλοδοξίες να κατακτήσουν οτιδήποτε επιθυμούν. Γιατί το απαγορευμένο είναι το ζητούμενο. Και μην ρίχνουμε την ευθύνη στην Εύα, εφόσων ο ίδιος ο Αδάμ συμμετείχε σε κάτι εξίσου επίφοβο και για τους δυο, όσο για μια ολάκερη ανθρωπότης, που δρασκέλισε τους κανόνες ενός ατέκμαρτου πλανήτη.
Κι επανέρχομαι στην ποιότητα του χαρακτήρα, το οποίο παραβλέπουμε, προκειμένου να βαδίσουμε στην σύγχρονη εποχή μας...αυτό συμβαίνει, επειδή μας βολεύει να αγνόούμε την πνευματική μας ανάπτυξη και δίνουμε εμφαση τα της εποχής, ούτως ώστε να γινόμαστε αποδεκτοί μιας ανύπαρκτης κι αδαής κοινωνίας, που ενίοτε καταφέρνει να παραμυθιάζει τα βλέμματα...
Η αναλήθεια, είναι η ψευδολογία. Η τερατολογία. Η καυχησιά. Την αναλήθεια χρησιμοποιούν οι άνθρωποι που πλάθουν ένα όραμα, μια σκέψη και κατοικούν σε αυτό. Γιατί έτσι τους βολεύει. Και στην προσπάθεια να πείσουν τον εαυτό τους, νομίζουν ότι πείθουν και τους γυρω τους. Νομίζουν! Στην διαδικασία αυτή, διαδίδουν πράγματα που δεν ισχύουν και σε ανθρώπους που δεν τους αφορά, προκειμένου να αποδείξουν κάτι, για κάποιο λόγο...ο λόγος φυσικά, είναι η πάθησή αυτή, να δηλλητηριάζουν με αναλήθειες και ψεματα. Απλά για να καλύψουν τις αρρωστημένες τους ανασφάλειες κι εγωισμούς. Επειδή λειτουργούν με πυξίδα την εκδίκηση.Και το "γλύψιμο" για να ειναι φυσικά αποδεκτοί και πειστικοί.Τώρα, υπάρχουν δύο περιπτώσεις. Ή οι ακροατές να γελούν και να μην πιστεύουν τους αρρωστημένους ψευδολόγους, έπειδή ΔΕΝ αποτελούν οι ίδιοι την επιφάνεια και ΔΕΝ εφαρμόζουν το "πίστευε και μη ερεύνα" ή υπάρχει η αλλη πλευρά των ακροατών, που πιστεύουν, επειδή ο δείκτης νοημοσύνης τους, ΔΕΝ συλλαμβάνει το αθλιο από το πραγματικό. Το δήθεν από το αληθινό.Έχετε αναρωτηθεί σε ποιά κατηγορία ανήκετε?Έχετε σκεφτεί, αν η ηθική σας είναι ανήθικη, επειδή παραμένετε στην δήθεν επιφάνεια που σας κατακλίζει και στο πέρασμα αυτό αδικείτε ανθρώπους που δεν το αξιζαν

Σάββατο, Μαΐου 27, 2006

σκόρπιες σκέψεις, για την γυναίκα που διάβαζε ποιήματα...

η πρωινή άχνη,
κρατάει ακόμα λίγο...
Η μελωδία αφουγκράζεται αγαπημένους στίχους και ο καφές εγίνηκε σωστή παρεούλα, ετούτο το Σαββατιάτικο ξεκίνημα...
Ανοίγω το blog μου...
Το κοιτάζω...
Μα καμία διάθεση να γράψω...
Βάζω στίχους...
Διαβάζω στίχους και αφήνομαι...βυθίζομαι...
Σε κόσμους που λίγοι ξέρουν...
Οι πολλοί, γίνονται άθλιες πεταλούδες και κρύβονται στο κενό που τους έσκαψε κάποιος άλλος...πιό μεγάλος...
Τι να απόγινε άραγε η γυναίκα που διάβαζε ποιήματα?
Που θα μπορέσω να την βρώ?
Ποιός να ξέρει άραγε?
Η τελευταία γουλιά του καφέ, με κοιτάζει νωχελικά...
Μειδιώ...η βεράντα φιλοξενεί σκέψεις...
Πέθαναν οι βλέψεις για σήμερα...
Σκούριασαν τα κύματα της ψυχής και οι δρόμοι κουλουριάστηκαν σε αυτό το Σαββατιάτικο πρωινό...
Η μηχανή στέκεται δυο βήματα πιό πέρα...
Με γεμίζει, με εκείνο το γαλάζιο βλέμμα της κι εγώ κάνω πώς δεν το έχω συναντήσει ξανά...
"Καλά..." της γνέφω..."πάμε να βρούμε την γυναίκα που διάβαζε ποιήματα...κάπου θα την συναντήσουμε...σε κάποιο σταυροδρόμι να μετράει τις ανατολές..."

καλημέρα

μια μικρή Θεοδώρα

Η γυναίκα που διάβαζε ποιήματα


Διάφανα Κρίνα

Μουσική/Στίχοι: Διάφανα Κρίνα/Ροδοστόγλου Παντελής

Η γυναίκα που διάβαζε ποιήματα
στεκόταν μπροστά στη φωτιά
και δυο μαύρα πουλιά της φέρναν μηνύματα
από μια αγάπη παλιά "ποτέ πια"

A5 Βsus4 E5
ΛΑ, λα, λα, λα, λα, ΛΑ

Η γυναίκα που μιλούσε στα κύματα
χόρευε σε μια ακρογιαλιά
ένα βαλς μανιασμένο με λυτά τα μαλλιά
και προχώρησε στα βαθιά

A5 Βsus4 E5
ΛΑ, λα, λα, λα, λα, ΛΑ

* εδώ παίζει RiffC

C5* * = πολλές επαναλήψεις
Η γυναίκα που έσκαβε μνήματα
C5* Bm
και δεν είχε μιλιά
C5*
κοιτούσε το θάνατο σαν μια αγάπη παλιά
C5* Bm
και ψιθύριζε με μάτια σβηστά "ποτέ πια"

A5 Bsus4
Για όλα αυτά που ζήσαμε μόνοι με τους μόνους
E5
μοιράζοντας τους πόνους

A5 Bsus4
Τις ώρες που δακρύσαμε μόνοι με τους μόνους
E5 A5
μοιράζοντας τους πόνους